Τό ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς 10ης/23ης Ἰανουαρίου τ.ἔ. 2011, πραγματοποιήθηκε μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἡ 14η Συνάντησις τῆς Ὀρθοδόξου Κατηχητικῆς Σχολῆς. Ἡ συνάντησις πραγματοποιήθηκε παρουσίᾳ πυκνοῦ ἀκροατηρίου στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν (φωτό), λόγῳ τῆς προγραμματισμένης τελετῆς κοπῆς τῆς Βασιλόπιτας τῆς Ἐνορίας. Προηγήθηκε ὁ Ἑσπερινός τοῦ ἁγ. Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου. Τήν Βασιλόπιτα εὐλόγησε - ἐκ προσώπου τοῦ ἀπουσιάζοντος Σεβ. Μητροπ. Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Κηρύκου - ὁ Ἐφημέριος τοῦ Ναοῦ Ἱερεύς π. Ἀνδρέας Σίντνιεβ.
...Τό Λείψανο τοῦ Τιμίου Προδρόμου κήδευσαν οἱ μαθητές του (Μάρκ. 6, 21 - 29). Δέν εἶναι γνωστό πότε ἀνακομίσθηκε, κατά τήν ἀνακομιδή πάντως βρέθηκε ἀδιάφθορο, ἀφοῦ κατά τόν διωγμό τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη, κάηκε ὁλόκληρο στήν Σεβαστούπολη. Ἀπό τήν καταστροφή αὐτή διασώθηκαν μόνον τά χέρια του καί βέβαια ἡ τιμία του Κεφαλή, ἐπειδή δέν φυλάσσονταν μαζί μέ τό σῶμα.
Κατά τόν Ἱστορικό Δοσίθεο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ἀδιάφθορη διαφυλάχθηκε καί ἡ Τιμία Κάρα τοῦ Βαπτιστοῦ. Γιά πρώτη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε στά Ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη ἀπό δύο μοναχούς, "δι' ἐπιφανείας καί ἀποκαλύψεως τοῦ ἰδίου τοῦ Βαπτιστοῦ" καί μεταφέρθηκε στήν Ἔμεσσα τῆς Συρίας, ὅπου ἀλληλοδιαδόχως ἔφθασε στά χέρια τοῦ Ἀρειανοῦ Ἱερομονάχου Εὐσταθίου.
Γιά δεύτερη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε κρυμμένη σέ σπήλαιο, "ἐντός ὑδρίας", καί ἀνακομίσθηκε στήν ΚΠολη, ὅπου κατατέθηκε στόν πρός τιμή τοῦ Προδρόμου Ναό, στό Ἕβδομο.
Γιά τήν τρίτη Εὕρεση τῆς Κάρας δέν σώθηκαν ἰδιαίτερες λεπτομέρειες. Εἶναι γνωστό μόνο, ὅτι βρέθηκε στά Κόμμανα τῆς Καππαδοκίας, "ὑπό τινος Ἱερέως, ἐντός ἀργυροῦ ἀγγείου καί εἰς τόπον ἱερόν" καί ἀπό ἐκεῖ ἀνακομίσθηκε καί πάλι στήν ΚΠολη.
Σύμφωνα μέ πρόσφατες ἔρευνες, κάποια ἱστορική στιγμή ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου διαιρέθηκε σέ τρία τμήματα. Ἀπό Ἐγκώμιο τό ὁποῖο ἔγραψε ὁ ὅσ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, πιθανολογεῖται ὅτι ἴσως ὑπῆρχε στή Μονή τοῦ Στουδίου μέρος ἤ καί ὅλη ἡ ἁγία Κάρα. Στήν ἱστορική συνέχεια ἡ Κάρα βρέθηκε στή Βλαχία (ἄγνωστο ἀπό ποιόν καί πότε δωρήθηκε), διότι τόν 16ο αἰ. μέρος της (Α) δωρήθηκε στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους, ἀπό τόν Ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Νεάγκο Μπασαράμπη (1512 - 1521), ὁ ὁποῖος πλήρωσε καί τήν δαπάνη κατασκευῆς τῆς χρυσῆς λειψανοθήκης της. Τό 1765, ἐνῶ Διονυσιάτες μοναχοί τήν μετέφεραν στό μετόχι τους στό νησί τοῦ ἁγ. Εὐστρατίου, γιά τήν σωτηρία τῶν κτημάτων ἀπό καταστροφική ἀκρίδα, τό πλοῖο τους λαφυραγωγήθηκε ἀπό πειρατές καί ἡ Προδρομική Κάρα κατέλειξε στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ, ὅπου φυλάσσεται σέ εἰδικό κουβούκλιο. (Σωτ. Ν. Καδᾶ, "Ἡ Ἱερά Μονή ἁγ. Διονυσίου - Προσκυνηματικός Ὁδηγός - Ἱστορία - Τέχνη - Κειμήλια", 2002, σελ. 130).
Ἄλλο μέρος τῆς Κάρας (Β) διαφυλάχθηκε στή Μονή Καλούτι τῆς Βλαχίας (Μετόχιο τοῦ Παναγίου Τάφου). Τό τμῆμα ἐκεῖνο "ἔνεκα τῶν περιστάσεων", μετέφερε στά Ἱεροσόλυμα ὁ Πατριάρχης Δοσίθεος, χωρίς νά εἶναι γνωστό πού βρίσκεται σήμερα. Ὁ ἴδιος γράφει στήν Ἱστορία του: "Ἀπεδημήσαμεν ἀπό ΚΠόλεως εἰς Βλαχομπογδανίαν, ὅτε καί τά Μοναστήρια Καλούη καί Οὐγκρέη ἐλάβομεν· ἐν δέ τῷ Καλούῃ μοναστηρίῳ, ἦν μέρος τῆς Τιμίας Κάρας τοῦ Προδρόμου, ὅπερ - τό ἀμφίβολον τοῦ τόπου κατανοήσαντες - ἀνηνέγκαμεν εἰς Ἱερουσαλήμ" (σελ. 1216).
Στό τρίτο μέρος τῆς Κάρας (Γ), ἀναφέρεται δημοσίευμα τοῦ Περιοδικοῦ «Road to Emmaus-Δρόμος πρός Ἐμμαούς» (τό ὁποῖο καταχωρεῖ συνέντευξη τοῦ Γάλλου Ὀρθοδόξου Ἱερέως π. Νικολάου Nikichine, ὁ ὁποῖος ἐρευνᾶ ἀπό καιρό τό θέμα τῶν Ὀρθοδόξων Λειψάνων πού ὑπάρχουν στήν Γαλλία). Τό δημοσίευμα ἀναφέρεται στό κειμήλιο πού φυλάσσεται στόν Καθεδρικό Ναό τῆς Ἀμμιένης καί ἀποδίδεται στόν Τίμιο Πρόδρομο (τό γνωστό ὡς Κάρα). Κατά τόν ἐρευνητή τό κειμήλιο κλάπηκε ἀπό τήν ΚΠολη τό 1204 καί ἀπό τό 1206 βρίσκεται βεβαιομένα στήν Ἀμμιένη. Μάλιστα, γιά νά στεγασθεῖ αὐτό τό σημαντικό κειμήλιο, κτίσθηκε ὁ περίφημος – Γοτθικοῦ ρυθμοῦ - ναός τῆς πόλεως, ὁ ὁποῖος συγκαταλέγεται στά μνημεῖα τῆς παγκόσμιας πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς τῆς UNESCO
Σύμφωνα μέ τόν ἴδιο ἐρευνητή πρόκειται γιά τό ἀδιάφθορο πρόσωπο τοῦ Βαπτιστή (βλ. φωτογραφία), σέ κάποια ἱστορική στιγμή - δηλαδή - ἡ Προδρομική Κάρα διαχωρίσθηκε σέ τρία τμήματα καί ἀπό αὐτά τό πρόσωπο (δηλαδή τό μέτωπο καί τά ὀστά τοῦ προσώπου, ἐκτός ἀπό τήν σιαγόνα), βρέθηκαν ἀπό τήν ΚΠολη στήν Ἀμμιένη. Ἡ γνησιότητα τοῦ Λειψάνου αὐτοῦ βασίζεται σέ ἱστορικά καί ἐπιστημονικά ἐπιχειρήματα, τά ὁποῖα προέρχονται ἀπό πολλές καί διαφορετικές πηγές καί «αὐτή ἡ ποικιλία τῆς συνοχῆς εἶναι ἕνα ἰσχυρό ἐπιχείρημα ἀπό μόνο του».
Σχετικά μέ τήν σιαγόνα, μία Ρωμαιοκαθολική ἐκκλησία στήν Γαλλική πόλη Βερντέν ἱσχυρίζεται ὅτι τήν κατέχει, ἀλλά μία ἐπιτροπή πού συστήθηκε γιά τό θέμα αὐτό ἀποφάνθηκε, ὅτι ἡ σιαγόνα δέν ἀνῆκει στό πρόσωπο πού φυλάσσεται στήν Ἀμμιένη (σημειώνεται, ὅτι ἡ σιαγόνα τοῦ Προδρόμου - «μετά τριῶν ὀδόντων» - φυλάσσεται στή Μονή Σταυρονικήτα Ἁγίου Ὄρους).
Ἄλλα ἐπιστημονικά στοιχεῖα σχετικά μέ τό πρόσωπο τῆς Ἀμμιένης, ἀφοροῦν τήν χρονολόγισή του μεταξύ τοῦ 1ου καί τοῦ 4ου μ.Χ. αἰ. καί τήν ταυτότητά του (ἀνῆκει σέ ἄνδρα μεσογειακῆς καταγωγῆς, ἡλικίας 30 – 45 ἐτῶν). Ἐπίσης στό μέτωπο τοῦ προσώπου ὑπάχρει ὀπή ἀπό αἰχμηρό ἀντικείμενο, κάτι σύμφωνο μέ τήν Ὀρθόδοξη συναξαριστική παράδοση πού δέχεται, ὅτι ὁ Ἡρώδης μαχαίρωσε τήν κεφαλή τοῦ Ἰωάννη, γιά νά τόν ἐκδικηθεῖ!
Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά τοῦ ἁγ. Ἰωάννη ὑπέστη καί αὐτή ἀνάλογες μέ τήν Κάρα ἱστορικές περιπέτειες. Κατά τήν συναξαριστική παράδοση τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου ἔλαβε ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί τήν κατέθεσε στήν πατρίδα του Ἀντιόχεια. Μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη κατά τήν βασιλεία τῶν Αὐτοκρατόρων Κωνσταντίνου Ζ' καί Ρωμανοῦ Β'.
Τό 1403, ὁ Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο (Ἰσπανός ἀπεσταλμένος στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου), τήν προσκύνησε στή Μονή Περιβλέπτου ΚΠόλεως (κτίσμα Ρωμανοῦ Γ, 1031 - 1034). "Ἦταν τό δεξί του χέρι - γράφει - ἀπό τόν ἀγκῶνα ὡς τήν παλάμη, πολύ γερό καί νωπό, ἄν καί λένε πώς ὅλο τό σῶμα τοῦ εὐλογημένου Ἰωάννη στέγνωσε, ἐκτός ἀπό τό δάκτυλο τοῦ δεξιοῦ του χεριοῦ, μέ τό ὁποῖο ἔδειξε ὅταν εἶπε, "ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ". Καί τό χέρι αὐτό ἔμοιαζε νά εἶναι ζωντανό· ἦταν πλαισιομένο ἀπό ἕνα λεπτό χρυσό σύρμα, ἔλειπε ὅμως τό μεγάλο δάκτυλο». (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο, "Ταξείδι στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου", σελ. 101 - 102· καί Νικ. Κοντάκωφ, "Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί μνημεία τῆς ΚΠόλεως", Ὀδησσός 1886, σελ. 69).
Ὁ λόγιος Ἁγιορείτης Γεράσιμος Σμυρνάκης σημειώνει γιά τήν δεξιά τοῦ Ἁγίου, ὅτι, "ἡ χείρ αὕτη ὡς καί ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κομισθεῖσαι εἰς ΚΠολιν, ἐπί πέντε ἑκατονταετηρίδας εὑρίσκοντο ἐν τῷ Μοναστηρίῳ τοῦ Πετρίου, κατά δέ τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως μετά τοῦ Ἀκανθίνου Στεφάνου, τῆς Λόγχης καί τοῦ Σπόγγου, κατετέθησαν ἐν τῷ Σουλτανικῷ Θησαυροφυλακίῳ... Κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1482 ὁ Σουλτάνος Βαγιαζήτ συνωμολόγησε συνθήκην μετά τοῦ Μεγάλου Ταξιάρχου τῆς Ρόδου, ἐπί τοῖς ὅροις, ἵνα εἰρήνη κρατῆ κατά ξηράν καί θάλασσαν, ἐμπορική ἐλευθερία, κ.λ.π. - ἔτι δέ μυστικήν συνθήκην ἀφορῶσαν εἰς τόν ἀδελφόν αὐτοῦ Τζέμ, τόν διεκδικοῦντα τόν Θρόνον, δι' ἧς ἀνεδέχετο νά πληρώση 45.000 δουκάτα τῷ Μεγάλῳ Ταξιάρχῃ, ἄν τό Τάγμα αὐτοῦ καθείργνυε τόν Τζέμ. Μαθών δέ ὅτι ὁ Ταξιάρχης ἐξεπλήρωσεν τήν ἀφορῶσαν αὐτόν ὑποχρέωσιν, ἀπέστειλε καί αὐτός - κατά Μάϊον τοῦ 1438 - τό συνομολογηθέν ποσόν τῶν δουκάτων, συγχρόνως δέ βαρυτιμότατον δῶρον ἐντός κυπαρρισίνης θήκης, τήν δεξιάν χεῖρα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, ἐπιμελῶς ἐν σηρικῷ ὑφάσματι ἐνειλημένην". (Γερασίμου Σμυρνάκη, "Τό Ἅγιον Ὄρος", σελ. 511).
Ἡ δεξιά τοῦ Ἁγίου φυλάχθηκε στή Μάλτα, ὅπου ἡ ἕδρα τῶν Ἰωαννιτῶν Ἰπποτῶν, μέχρι τό 1799. Τότε, μέ τήν κατάληψη τῆς νήσου ἀπό τούς Γάλλους, οἱ Ἰππότες στράφηκαν γιά βοήθεια πρός τήν Ρωσία καί τήν 12η Ὀκτωβρίου 1799 πρόσφεραν στόν Τσάρο Παῦλο Α' τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου, τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Φιλερήμου καί τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου. Τά κειμήλια κατατέθηκαν στό Παρεκκλήσιο τοῦ Χειμερινοῦ Ἀνακτόρου. Ἡ Ρωσική Ἐκκλησία ἀπό τό 1800, τιμᾶ τό γεγονός τήν 12η Ὀκτωβρίου. (Βλ. Ἰστοσελίδα "Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς" - METROPOLIA). Δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες ἡ Προδρομική δεξιά ἔφθασε στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους.
Ἐπίσης δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες τό κειμήλιο βρέθηκε στήν ΚΠολη. Ἤδη ἀπό το 1878, ὁ Μητροπολίτης πρ. Βελεγράδων Ἰερεμίας ὁ ὁποῖος κοινοβίασε στήν Μονή Διονυσίου, κατέβαλε προσπάθειες γιά τήν ἐπανάκτηση τοῦ κειμηλίου. Στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. τό κειμήλιο ἦταν στήν κατοχή τοῦ μυστικοσύμβουλου τῆς Πρωσίας στήν ΚΠολη Ἰωάννη Φραγκόπουλου, ὁ ὁποῖος καί τό εἶχε διακοσμήσει. Ἐπεστράφη στήν Μονή Διονυσίου τήν 10. 3. 1802, χάρις στίς προσπάθειες τοῦ Προηγουμένου Ἰωακείμ Ἁγιοστρατίτη (σέ ἀνάμνηση τελεῖται ἀγρυπνία τήν Δ' Κυριακή τῶν Νηστειῶν).
Στό ἴδιο ἔργο του ὁ Καλβίχο σημείωνει γιά τήν ἐπίσκεψη τῆς Ἰσπανικῆς Ἀποστολῆς στόν Ναό τοῦ Προδρόμου. Πρόκειται γιά Ναό πού ἔκτισε ὁ Θεοδόσιος Α' ὁ Μέγας, κοντά στά Ἀνάκτορα τῶν Βλαχερνῶν. Εἶχε μορφή βαπτιστηρίου καί ἦταν διακοσμημένος μέ ἐξαίρετα ψηφιδωτά. Ὁ ψηλός θόλος του στηριζόταν σέ τέσσερεις κίονες ἀπό πράσινο ἴασπι! Οἱ θύρες του ἦσαν ἀργυρές ἐπιχρυσωμένες! "Κοντά στίς πόρτες - γράφει - βλέπεις τέσσερεις μικρές κολόνες ἀπό ἴασπι, μέ ἀργυρές καί ἐπίχρυσες γραμμές, οἱ ὁποίες συμπλέκονται σέ σχῆμα σταυροῦ μέ πολλά πετράδια"! Ἐκεῖ φυλάσσονταν ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά τοῦ Ἁγίου. "Τήν ἴδια ἡμέρα - γράφει - μᾶς ἔδειξαν τό ἀριστερό χέρι (ἀπό τόν ὤμο ὡς τήν παλάμη) τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστή. Εἶχε τόσο στεγνώσει, πού ἔβλεπες μόνο δέρμα καί ὀστά· ἡ ἄρθρωση τοῦ ἀγκῶνα ἦταν ἀπό χρυσό καί πολύτιμα πετράδια" (αὐτ. σελ. 97 - 98). Ἡ Προδρομική ἀριστερά σήμερα σώζεται στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως.
Ἀπό τά Λείψανα τοῦ Τιμίου Προδρόμου σήμερα σώζονται:
Μέρος τῆς Κάρας του στή Μονή Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους·
Μέρος τῆς Κάρας του στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ·
Τό ἐπάνω μέρος τῆς Κάρας του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Μέρος τῆς σιαγόνας "μετά τριῶν ὀδόντων" στή Μονή Σταυρονικήτα Ἁγίου Ὄρους·
Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά του στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους·
Ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Μέρος τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή Μεγάλου Μετεώρου·
Δάκτυλος στή Μονή Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους·
Ἀπότμημα τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή ἁγ. Ἰωάννη Μακρυνοῦ Μεγάρων·
Ἀποτμήματα στίς Μονές Ἰβήρων, Παντοκράτορος καί ἁγ. Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους.
Ἀκόμη στή Μονή Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας σώζεται ἡ "πλεξίδα" του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου